-
1 οὐδαμοῦ
A = οὐδαμόθι, nowhere, answering to ; where?A.
Supp. 329, 442, al., Hdt.2.150, al., Th.1.3, etc.: also c. gen.,οὐ. γῆς Hdt.7.166
;οὐ. μὲν οὖν φρενῶν E.Hipp. 1012
: freq. f.l. for οὐδαμοῖ (q.v.).2 οὐ. λέγειν τινά to esteem as naught, S.Ant. 183; θεοὺς.. νομίζων οὐ. A.Pers. 498; οὐ. εἶναι to be non-existent, Pl.Phd. 70a; οὐδαμοῦ ἂν φαίνοιτο would be 'nowhere', 'not in the running', ib. 72c, cf. Grg. 456b, D.18.310, 19.116; δειλοὶ δ' εἰσὶν οὐδὲν οὐ. E.IT 115; cf. μηδαμοῦ.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > οὐδαμοῦ
См. также в других словарях:
φαίνομαι — ΝΜΑ, και ενεργ τ. φαίνω Α μέσ. 1. είμαι ή γίνομαι ορατός, διακρίνομαι (α. «δεν φαίνεται από εδώ η θάλασσα» β. «φάνεν δὲ oἱ εὐρέες ὦμοι», Ομ. Οδ.) 2. γίνομαι φανερός, φανερώνομαι 3. προβάλλω, εμφανίζομαι, παρουσιάζομαι (α. «έχει καιρό να φανεί» β … Dictionary of Greek